Monday, May 20, 2013

Published 12:39 PM by Spyridon Adam with 0 comment

Κ.Υ.Α. υπ’ αριθμ. Ζ1−111 ΦΕΚ Β΄ 627/7.3.2012

Προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας προς
α) την οδηγία 2011/90/ΕΕ της Επιτροπής της14ης Νοεμβρίου 2011 «για την τροποποίηση του μέρους ΙΙ του παραρτήματος Ιτης οδηγίας 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με τοοποίο προβλέπονται πρόσθετα κριτήρια για τον υπολογισμό του συνολικού ετήσιουπραγματικού επιτοκίου που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ, αριθμ. L296 της 15.11.2011, σελ. 35,
β) την οδηγία 2009/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίουκαι του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 «περί των αγωγών παραλείψεως στοντομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (Κωδικοποιημένη έκδοση)που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ αριθμ. L 110 της 1.5.2009,σελ.30,
γ) τα σημεία 11 και 26 του Παραρτήματος Ι τηςοδηγίας 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τιςαθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στηνεσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, τωνοδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τουΣυμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίουκαι του Συμβουλίου» (ΕΕ αριθμ. L 149 της 11.6.2005, σελ. 22),
δ) τις συστάσεις της Επιτροπής 98/257/ΕΚ της30ης Μαρτίου 1998 σχετικά με τις αρχές που διέπουν τα αρμόδια όργανα γιατην εξώδικηεπίλυση των διαφορών κατανάλωσης (ΕΕ αριθμ. L 115 της 17.4.1998,σελ. 31) και 2001/310/ΕΚ της 4ης Απριλίου 2001 περί αρχών για τα εξωδικαστικάόργανα συναινετικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών (ΕΕ αριθμ. L 109 της19.4.2001, σελ. 56).

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ,ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ − ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ – ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ,ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

 Έχοντας υπόψη:
1. Τιςδιατάξεις:
α) του άρθρου 1 παρ. 1, 2, 3 του Ν. 1338/1983(ΦΕΚ Α΄ 101) «Εφαρμογή του Κοινοτικού δικαίου» (ΦΕΚ Α΄ 34), όπως αυτότροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του Ν.1440/1984 (ΦΕΚ Α΄ 70) καθώς και των άρθρων2η και 3 του ιδίου ως άνω Ν. 1338/1983, όπως το άρθρο 3 αντικαταστάθηκε απότο άρθρο 65 του Ν. 1892/1990 «Γιατον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» (Α΄ 101),
β) τουδεύτερου άρθρου του Ν. 2077/1992 (Α΄136)«Κύρωση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και των σχετικών πρωτοκόλλων καιδηλώσεων που περιλαμβάνονται στην Τελική Πράξη»,
γ) του Ν. 2251/1994 (ΦΕΚ Α΄ 191) «Προστασίατων Καταναλωτών» και ειδικότερα του άρθρου 14 παρ. 4 του νόμου αυτού.
2. Τιςδιατάξεις:
α) του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για τηνκυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του Π.Δ.63/2005 (ΦΕΚ Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τακυβερνητικά όργανα»,
β) του Π.Δ. 81/2002 (ΦΕΚ Α΄ 54) «Συγχώνευσητων Υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών στο Υπουργείο Οικονομίας καιΟικονομικών», του άρθρου 1 του Π.Δ.185/2009 (ΦΕΚ Α΄ 213) «Ανασύσταση του Υπουργείου Οικονομικών, συγχώνευσητου Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών με τα Υπουργεία Ανάπτυξης και ΕμπορικήςΝαυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής και μετονομασία του σε «Υπουργείο Οικονομίας,Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας», μετατροπή του Υπουργείου Μακεδονίας−Θράκηςσε Γενική Γραμματεία Μακεδονίας − Θράκης και υπαγωγή στο Υπουργείο Εσωτερικώντης Γενικής Γραμματείας Μακεδονίας − Θράκης και της Γενικής Γραμματείας Αιγαίουκαι Νησιωτικής Πολιτικής», του Π.Δ.189/2009 (ΦΕΚ Α΄ 221) «Καθορισμός και ανακατανομή αρμοδιοτήτων τωνΥπουργείων» και του άρθρου 4 του Π.Δ.65/2011 (ΦΕΚ Α΄ 147) «Διάσπαση του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης καιΗλεκτρονικής Διακυβέρνησης στα Υπουργεία α) Εσωτερικών και β) ΔιοικητικήςΜεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, συγχώνευση των ΥπουργείωνΟικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Θαλάσσιων Υποθέσεων, Νήσων καιΑλιείας στο Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και μεταφορά στονΠρωθυπουργό των Γενικών Γραμματειών Ενημέρωσης και Επικοινωνίας και στοΥπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και θρησκευμάτων της Γενικής ΓραμματείαςΝέας Γενιάς»,
γ) του άρθρου 2 παρ. 1 εδάφιο γ΄ περ. 1στοιχείο ββ΄ του Π.Δ. 96/2010 (ΦΕΚ Α΄ 170) «Σύσταση Υπουργείου Θαλάσσιων Υποθέσεων,Νήσων και Αλιείας, καθορισμός των αρμοδιοτήτων του και Ανακατανομή αρμοδιοτήτωνΥπουργείων»,
δ) του Π.Δ. 89/2010 (ΦΕΚ Α΄ 154), «ΔιορισμόςΥπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών»
ε) του Π.Δ. 397/1988 (ΦΕΚ Α΄ 185)«Οργανισμός του Υπουργείου Εμπορίου», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει,
στ) του Π.Δ. 27/1996 (ΦΕΚ Α΄ 19)«Συγχώνευση των Υπουργείων Τουρισμού, Βιομηχανίας – Ενέργεια και Τεχνολογία καιΕμπορίου στο Υπουργείο Ανάπτυξης»,
ζ) του Π.Δ. 197/1997 (ΦΕΚ Α΄ 156) «Σύσταση ΓενικήςΓραμματείας Καταναλωτή και καθορισμός των αρμοδιοτήτων της», όπωςτροποποιήθηκε και ισχύει,
η) του άρθρου 9 «Στελέχωση καιΟργάνωση της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή» του Ν. 3892/2010 (ΦΕΚ Α΄ 189)«Ηλεκτρονική καταχώρηση και εκτέλεση συνταγών και παραπεμπτικών ιατρικώνεξετάσεων»,
θ) του Π.Δ. 109/2011 (ΦΕΚ Α΄ 243)«Διορισμός του Λουκά Παπαδήμου του Δημητρίου ως Πρωθυπουργού»,
ι) του Π.Δ. 110/2011 (ΦΕΚ Α΄ 243)«Διορισμός Αντιπροέδρων της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών καιΥφυπουργών».
3. Την οδηγία 2011/90/ΕΕ της Επιτροπής της14ης Νοεμβρίου 2011 «για την τροποποίηση του μέρους ΙΙ του παραρτήματος Ιτης οδηγίας 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με τοοποίο προβλέπονται πρόσθετα κριτήρια για τον υπολογισμό του συνολικού ετήσιουπραγματικού επιτοκίου» που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ, αριθμ. L296 της 15.11.2011, σελ. 35.
4. Την υπ’ αριθμ. Ζ1−699/23.6.2010 (ΦΕΚ Β΄ 917)κοινή υπουργική απόφαση για την «προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας προςτην οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ηςΑπριλίου 2008 για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας87/102/ΕΚ του Συμβουλίου πουδημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ, αριθμ. L 133 της 22.5.2008».
5. Την οδηγία 2009/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίουκαι του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 «περί των αγωγών παραλείψεως στοντομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (Κωδικοποιημένη έκδοση)»που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ αριθμ. L 110 της 1.5.2009,σελ.30.
6. Το Π.Δ. 301/2002 (ΦΕΚ Α΄ 267) «Προσαρμογήτης ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της οδηγίας 98/27/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της19ης Μαϊου 1998 «περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα της  προστασίας των  συμφερόντων  των καταναλωτών» (ΕΕ αριθμ. L 166 της 11.6.1998, σ. 51) και τροποποίηση του Ν.2251/1994 (ΦΕΚ Α΄ 191) για την «Προστασία των καταναλωτών».
7. Την οδηγία 2005/29/ΕΚ του ΕυρωπαϊκούΚοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές τωνεπιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για τηντροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ,98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και τουκανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(ΕΕ αριθμ. L 149 της 11.6.2005, σελ. 22).
8. Τη σύσταση της Επιτροπής 98/257/ΕΚ της 30ηςΜαρτίου 1998 σχετικά με τις αρχές που διέπουν τα αρμόδια όργανα για την εξώδικηεπίλυση των διαφορών κατανάλωσης (ΕΕ αριθμ. L 115 της 17.4.1998, σελ. 31).
9. Τη σύσταση της Επιτροπής 2001/310/ΕΚ της4ης Απριλίου 2001 περί αρχών για τα εξωδικαστικά όργανα συναινετικής επίλυσηςκαταναλωτικών διαφορών (ΕΕ αριθμ. L 109 της 19.4.2001, σελ. 56).
10. Το γεγονόςότι από την έκδοση της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος τουκρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

Άρθρο 1 Ενσωμάτωσητης Οδηγίας 2011/90/ΕΕ
1. Σκοπός τουπαρόντος άρθρου είναι η ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των διατάξεων τηςοδηγίας 2011/90/ΕΕ της Επιτροπής της 14ης Νοεμβρίου 2011 «για την τροποποίη−σητου μέρους ΙΙ του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2008/48/ΕΚ του ΕυρωπαϊκούΚοινοβουλίου και του Συμβουλίου με το οποίο προβλέπονται πρόσθετα κριτήρια γιατον υπολογισμό του συνολικού ετήσιου πραγματικού επιτοκίου».
2. Το μέρος ΙΙτου παραρτήματος Ι της υπ’ αριθμ. Ζ1−699/23.6.2010 (ΦΕΚ Β΄ 917) κοινήςυπουργικής απόφασης για την «προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας προς την οδηγία2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου2008 για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας87/102/ΕΚ του Συμβουλίου που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ, αριθμ.L 133 της 22.5.2008» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«ΙΙ.Τα πρόσθετα κριτήρια για τον υπολογισμό του συνολικού ετήσιου πραγματικούποσοστού επιβάρυνσης είναι τα εξής:
α)Εάν η σύμβαση πίστωσης δίνει στον καταναλωτή τη δυνατότητα ελεύθερης επιλογήςόσον αφορά τις αναλήψεις, θεωρείται ότι πραγματοποιείται πλήρης και άμεσηανάληψη του συνολικού ποσού της πίστωσης.
β)Εάν η σύμβαση πίστωσης δίνει γενικά στον καταναλωτή τη δυνατότητα ελεύθερηςεπιλογής όσον αφορά τις αναλήψεις, αλλά επιβάλλει, μεταξύ των διαφόρων τρόπων ανάληψης,περιορισμό ως προς το ποσό και τη χρονική περίοδο, θεωρείται ότι το ποσό τηςπίστωσης αναλαμβάνεται κατά την πρώτη ημερομηνία που προβλέπεται στη σύμβαση καισύμφωνα με τα καθοριζόμενα όρια ανάληψης.
γ)Εάν η σύμβαση πίστωσης προβλέπει διαφορετικούς τρόπους ανάληψης με διαφορετικέςεπιβαρύνσεις ή χρε−ωστικά επιτόκια, θεωρείται ότι το συνολικό ποσό της πί−στωσηςαναλαμβάνεται με την υψηλότερη επιβάρυνση και χρεωστικό επιτόκιο που ισχύει γιατην κατηγορία των ανα−λήψεων που χρησιμοποιούνται συχνότερα στο πλαίσιο της ενλόγω κατηγορίας σύμβασης πίστωσης.
δ)Σε περίπτωση διευκόλυνσης υπερανάληψης, θεωρείται ότι πραγματοποιείται πλήρηςανάληψη του συνολικού ποσού της πίστωσης για όλη τη διάρκεια της σύμβασηςπίστωσης. Εάν η διάρκεια της σύμβασης πίστωσης δεν είναι γνωστή, το συνολικόετήσιο πραγματικό ποσοστό επιβάρυνσης υπολο−γίζεται βάσει της παραδοχής ότι ηδιάρκεια της σύμβασης είναι τρίμηνη.
ε)Στην περίπτωση μιας σύμβασης πίστωσης αόριστης διάρκειας, εκτός τηςδιευκόλυνσης υπερανάληψης, θεω−ρείται ότι:
i)η πίστωση χορηγείται για περίοδο ενός έτους από την ημερομηνία της αρχικήςανάληψης και ότι με την τελική πληρωμή που πραγματοποιεί ο καταναλωτήςεξοφλείται κάθε υπόλοιπο από κεφάλαιο, τόκους και τυχόν άλλες επι−βαρύνσεις·
ii)το κεφάλαιο εξοφλείται από τον καταναλωτή σε ισόπο−σες μηνιαίες δόσεις, αρχήςγενομένης έναν μήνα μετά την ημερομηνία της αρχικής ανάληψης. Ωστόσο, όταν τοκεφά−λαιο πρέπει να εξοφληθεί πλήρως μόνο εφάπαξ, σε κάθε περίοδο πληρωμής, οιδιαδοχικές αναλήψεις και εξοφλήσεις ολόκληρου του κεφαλαίου από τον καταναλωτήθεωρείται ότι πραγματοποιούνται εντός περιόδου ενός έτους. Οι τόκοι και οιάλλες επιβαρύνσεις εφαρμόζονται σύμφωνα με τις εν λόγω αναλήψεις και εξοφλήσειςτου κεφαλαίου και όπως προβλέπεται στη σύμβαση πίστωσης.
Γιατους σκοπούς του παρόντος στοιχείου ε), μια σύμβαση πίστωσης αόριστης διάρκειαςείναι μια σύμβαση πίστωσης χωρίς σταθερή διάρκεια και περιλαμβάνει πιστώσειςπου πρέπει να εξοφληθούν πλήρως εντός μιας περιόδου ή με τη λήξη της αλλά,μόλις εξοφληθούν, είναι εκ νέου διαθέσιμες για ανάληψη.
στ)Στην περίπτωση συμβάσεων πίστωσης πλην των υπεραναλήψεων και των πιστώσεωναόριστης διάρκειας που αναφέρονται στα κριτήρια των στοιχείων δ) και ε):
i)εάν η ημερομηνία ή το ποσό εξόφλησης του κεφαλαίου που πρέπει ναπραγματοποιήσει ο καταναλωτής δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν, θεωρείται ότι ηεξόφληση πραγματοποιείται την πρώτη ημερομηνία που προβλέπεται στη σύμβασηπίστωσης και για το χαμηλότερο ποσό το οποίο προβλέπει η σύμβαση πίστωσης·
ii)εάν η ημερομηνία σύναψης της σύμβασης πίστωσης δεν είναι γνωστή, η ημερομηνίατης αρχικής ανάληψης θεωρείται ότι είναι η ημερομηνία που έχει ως αποτέλεσμα τοσυντομότερο διάστημα μεταξύ της εν λόγω ημερομηνίας και της ημερομηνίας πρώτηςπληρωμής που θα πραγματοποιήσει ο καταναλωτής.
ζ)Όταν η ημερομηνία ή το ποσό πληρωμής που πρέπει να πραγματοποιήσει οκαταναλωτής δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν βάσει της σύμβασης πίστωσης ή βάσειτων κριτηρίων των στοιχείων δ), ε) ή στ), θεωρείται ότι η πληρωμή γίνεται σύμφωναμε τις ημερομηνίες και τους όρους που απαιτεί ο πιστωτής και, όταν αυτά δενείναι γνωστά:
i)οι τόκοι καταβάλλονται μαζί με τις εξοφλήσεις του κεφαλαίου·
ii)η επιβάρυνση που δεν έχει σχέση με τόκο, εκφραζόμενη ως κατ’ αποκοπή ποσό,πληρώνεται την ημερομηνία της σύναψης της σύμβασης πίστωσης·
iii)οι επιβαρύνσεις που δεν έχουν σχέση με τόκο, εκφραζό−μενες ως διάφορεςπληρωμές, καταβάλλονται σε τακτά δια−στήματα, αρχής γενομένης από τηνημερομηνία της πρώτης εξόφλησης του κεφαλαίου, και, αν το ποσό των πληρωμών αυτώνδεν είναι γνωστό, θεωρούνται ισόποσες·
iv)με την τελική πληρωμή εξοφλείται κάθε υπόλοιπο κεφα−λαίου, τόκων και άλλωνεπιβαρύνσεων, αν υπάρχουν.
η)Το εφαρμοζόμενο ανώτατο όριο της πίστωσης, εάν δεν έχει συμφωνηθεί ήδη,θεωρείται ότι ανέρχεται σε 1500 ευρώ.
θ)Εάν προσφέρονται διαφορετικά χρεωστικά επιτόκια και επιβαρύνσεις γιαπεριορισμένο διάστημα ή ποσό, ως χρεω−στικό επιτόκιο και επιβαρύνσειςθεωρούνται τα υψηλότερα για όλη τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης.
ι)Όσον αφορά τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης για τις οποίες συμφωνείταισταθερό χρεωστικό επιτόκιο σε σχέση με την αρχική περίοδο, στο τέλος της οποίαςκαθορίζεται νέο χρεωστικό επιτόκιο το οποίο εν συνεχεία προσαρμόζε−ταιπεριοδικά βάσει συμφωνηθέντος δείκτη, ο υπολογισμός του συνολικού ετήσιουπραγματικού ποσοστού επιβάρυνσης βασίζεται στην παραδοχή ότι, στο τέλος τηςπεριόδου για την οποία έχει καθοριστεί σταθερό χρεωστικό επιτόκιο, το χρεωστικόεπιτόκιο είναι ίσο προς εκείνο που ισχύει κατά τον χρόνο υπολογισμού τουσυνολικού ετήσιου πραγματικού ποσοστού επιβάρυνσης, βάσει της αξίας τουσυμφωνηθέντος δείκτη κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.».


Άρθρο 2 Ενσωμάτωσητης Οδηγίας 2009/22/ΕΚ

1. Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι η πλήρης ενσωμάτωση στην ελληνικήνομοθεσία των διατάξεων της οδηγίας 2009/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καιτου Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 «περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέατης προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (Κωδικοποιημένη έκδοση)».
2. Στηνπαράγραφο 16 του άρθρου 10 του Ν. 2251/1994 (ΦΕΚ Α΄ 191), όπως αντικαταστάθηκεμε το άρθρο 13 του Ν. 3587/2007 (ΦΕΚ Α΄ 152), οι περιπτώσεις ββ), εε) και θθ) αντικαθίστανταιως εξής:
α)«ββ) της υπ’ αριθμ. Ζ1−699/2010 (ΦΕΚ Β΄ 917) κοινής υπουργικής απόφασης“Προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας προς την οδηγία 2008/48/ΕΚ του ΕυρωπαϊκούΚοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2008 για τις συμβάσεις καταναλωτικήςπίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου που δημοσιεύθηκεστην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ, αριθμ. L 133 της 22.5.2008”»,
β)«εε) της υπ’ αριθμ. Ζ1−130/2011 (ΦΕΚ Β΄ 295) κοινής υπουργικής απόφασης“Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς την Οδηγία 2008/122/ΕΚ του ΕυρωπαϊκούΚοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009, για την προστασία τωνκαταναλωτών ως προς ορισμένες πτυχές των συμβάσεων χρονομεριστικής μίσθωσης,μακροπρόθεσμων προϊόντων διακοπών, μεταπώλησης και ανταλλαγής, που δημοσιεύθηκεστην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε. αριθμ. L33 της 3.2.2009”» και
γ)«θθ) του Ν. 3844/2010 (ΦΕΚ Α΄ 63) “Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στηνΟδηγία 2006/123 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τιςυπηρεσίες στην εσωτερική αγορά και άλλες διατάξεις”».
3. Στο άρθρο10 του Ν. 2251/1994 προστίθεται παράγραφος 30 ως ακολούθως:
«30.α) Σε περίπτωση παράβασης, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 16, η οποίαδιαπράχθηκε στην Ελληνική επικράτεια, κάθε νομιμοποιούμενος φορέας από άλλοκράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν θίγονται τα συμφέροντα τα οποίαπροστατεύει, μπορεί να ασκεί τη συλλογική αγωγή των περιπτώσεων α΄ και γ΄ τηςπαραγράφου
16.Οι διατάξεις των παραγράφων 17 και 20 εφαρμόζονται αναλόγως.
β)Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων για την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτωντου Π.Δ. 100/2000 (ΦΕΚ Α΄ 98) κάθε ημεδαπή ένωση που πληροί τα κριτήρια της παραγράφου16, καθώς και κάθε νομιμοποιούμενος φορέας από άλλο κράτος μέλος, όταν θίγονταιτα συλλογικά συμφέροντα των καταναλωτών, τα οποία προστατεύει, δικαιούται ναυποβάλει καταγγελία και να ζητήσει να επιβληθούν οι διοικητικές κυρώσεις πουπροβλέπονται στα άρθρα 12 και 15 παρ. 3 του Ν. 2644/1998 (ΦΕΚ Α΄ 233).Δικαιούται επίσης να υποβάλει αίτηση επανόρθωσης κατά τις διατάξεις του άρθρου9 του Π.Δ. 100/2000.
γ)Για την άσκηση της συλλογικής αγωγής ή την υποβολή καταγγελίας ή αίτησηςεπανόρθωσης, ο νομιμοποιούμενος φορέας επιδεικνύει τον σχετικό κατάλογο πουκαταρτίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα τωνΕυρωπαϊκών Κοινοτήτων σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 της Οδηγίας2009/22/ΕΚ “περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα προστασίας των καταναλωτών”.Τα δικαστήρια και οι αρμόδιες αρχές δέχονται τον κατάλογο αυτό ως απόδειξη τηςνομιμοποίησης των φορέων προς έγερση της συλλογικής αγωγής ή υποβολής καταγγελίαςή αίτησης επανόρθωσης με την επιφύλαξη του δικαιώματός τους να εξετάσουν κατάπόσον ο σκοπός του φορέα δικαιολογεί την έγερση αγωγής ή την υποβολή καταγγελίαςστη συγκεκριμένη περίπτωση.»


Άρθρο3 Ενσωμάτωση των σημείων 11 και 26 του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 2005/29/ΕΚ

1. Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι η πλήρης ενσωμάτωση στην ελληνικήνομοθεσία των σημείων 11 και 26 του Παραρτήματος Ι της οδηγίας 2005/29/ΕΚ τουΕυρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τις αθέμιτες εμπορικέςπρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και γιατην τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ,2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού(ΕΚ) αριθμ. 2006/2004 του ΕυρωπαϊκούΚοινοβουλίου και του Συμβουλίου».
2. Η περίπτωσηκ) του άρθρου 9στ του Ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«κ)Χρήση κειμένου στα μέσα, για την προώθηση ενός προϊόντος, πληρωμένου από τονπρομηθευτή, χωρίς αυτό να γίνεται σαφές από το περιεχόμενο του ή από εικόνα ήήχο σαφώς αναγνωρίσιμα από τον καταναλωτή (κεκαλυμμένη διαφήμιση), με τηνεπιφύλαξη των διατάξεων του Π.Δ. 100/2000 (ΦΕΚ Α΄ 98), όπως ισχύει».
3. Στηνπερίπτωση γ) του άρθρου 9η του Ν. 2251/1994 διαγράφονται οι λέξεις «σεδημόσιους χώρους».


Άρθρο4 Ενσωμάτωση των συστάσεων της Επιτροπής 98/257/ΕΚ και 2001/310/ΕΚ

Μετά το άρθρο 11 του Ν. 2251/1994 (ΦΕΚ Α΄ 191) προστίθεται άρθρο 11α πουέχει ως εξής:
«Άρθρο11α Αρχές συγκρότησης και λειτουργίας φορέων εξωδικαστικής (εναλλακτικής)επίλυσης διαφορών
1.Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε διαδικασίες εξωδικαστικής (εναλλακτικής) επίλυσηςσυμβατικών διαφορών (στο εξής διαδικασίας ΕΕΔ) που ανακύπτουν από την πώληση αγαθώνή την παροχή υπηρεσιών από προμηθευτή σε καταναλωτή μέσω παρέμβασης φορέαεπίλυσης διαφορών ο οποίος ιδρύεται σε μόνιμη βάση και προτείνει λύση ή φέρνει ταμέρη σε επαφή με σκοπό την εξεύρεση φιλικής λύσης (στο εξής φορέας ΕΕΔ).
2.Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται:
α)σε διαδικασίες ενώπιον φορέων επίλυσης διαφορών στους οποίους τα φυσικά πρόσωπαπου είναι αρμόδια για την επίλυση των διαφορών είναι αποκλειστικά και μόνο υπάλληλοιτου προμηθευτή,
β)σε διαδικασίες ενώπιον συστημάτων διερεύνησης καταναλωτικών καταγγελιών που ταδιαχειρίζεται ο προμηθευτής,
γ)στις απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ του καταναλωτή και του προμηθευτή, είτεαυτοί εκπροσωπούνται είτε όχι,
δ)στις προσπάθειες που καταβάλλει ο δικαστής για την επίλυση της διαφοράς κατά τηδιάρκεια της δικαστικής διαδικασίας που αφορά την εν λόγω διαφορά.
ε)στο Συνήγορο του Καταναλωτή και τις Επιτροπές Φιλικού Διακανονισμού του άρθρου11 του Ν. 2251/1994 (ΦΕΚ Α΄ 191).
3.Τα φυσικά πρόσωπα που είναι αρμόδια για την εναλλακτική επίλυση διαφορών πρέπεινα διαθέτουν την αναγκαία εμπειρογνωμοσύνη και να είναι αμερόληπτα. Η απαίτηση αυτήκατοχυρώνεται με την εξασφάλιση ότι τα πρόσωπα αυτά:
α)κατέχουν τις αναγκαίες γνώσεις, δεξιότητες και πείρα στον τομέα τηςεναλλακτικής επίλυσης διαφορών,
β)δεν μπορούν να απαλλαγούν από τα καθήκοντά τους χωρίς εύλογη αιτία,
γ)δεν έχουν καμία σύγκρουση συμφερόντων με οποιο−δήποτε από τα μέρη της διαφοράς,
4.Οι φορείς ΕΕΔ στο πλαίσιο των οποίων τα φυσικά πρόσωπα που είναι αρμόδια γιατην επίλυση διαφορών αποτελούν μέρος συλλογικού σώματος προβλέπουν τη συμμετοχήίσου αριθμού εκπροσώπων των συμφερόντων των καταναλωτών και εκπροσώπων τωνσυμφερόντων των προμηθευτών στο εν λόγω συλλογικό σώμα.
5.Οι φορείς ΕΕΔ δημοσιοποιούν στους ιστοτόπους τους και σε έντυπη μορφή στιςεγκαταστάσεις τους πληροφορίες για τα εξής:
α)τα φυσικά πρόσωπα που είναι αρμόδια για την επίλυση διαφορών, τη μέθοδο ορισμούτους και τη διάρκεια της θητείας τους,
β)την πηγή χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένου του εκατοστιαίου ποσοστού τηςδημόσιας και της ιδιωτικής χρηματοδότησης,
γ)κατά περίπτωση, τη συμμετοχή τους σε δίκτυα φορέων εξωδικαστικής επίλυσηςδιαφορών που διευκολύνουν την επίλυση διασυνοριακών διαφορών,
δ)τα είδη διαφορών που είναι αρμόδιοι να εξετάζουν,
ε)τους διαδικαστικούς κανόνες που διέπουν την επίλυση των διαφορών,
στ)τις γλώσσες στις οποίες μπορούν να υποβληθούν οι καταγγελίες στον φορέα ΕΕΔ καιστις οποίες διεξάγεται η διαδικασία ΕΕΔ,
ζ)τα είδη των κανόνων που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο φορέας ΕΕΔ ως βάση για τηνεπίλυση των διαφορών (π.χ. κανόνες δικαίου, αρχές ευθυδικίας, κώδικες δεοντολογίας),
η)τις πιθανές προκαταρκτικές απαιτήσεις που ενδέχεται να πρέπει να εκπληρώσουν ταμέρη πριν υπάρξει η δυνατότητα να κινηθεί διαδικασία ΕΕΔ,
θ)το κόστος, αν υπάρχει, που θα βαρύνει τα μέρη,
ι)τη διάρκεια της διαδικασίας κατά προσέγγιση,
ια)τα νομικά αποτελέσματα της έκβασης της διαδικασίας ΕΕΔ.
6.Οι φορείς ΕΕΔ δημοσιοποιούν στους ιστοτόπους τους και σε έντυπη μορφή στιςεγκαταστάσεις τους ετήσιες εκθέσεις δραστηριότητας. Αυτές οι εκθέσειςπεριλαμβάνουν τις ακόλουθες πληροφορίες τόσο σχετικά με τις εγχώριες όσο καισχετικά με τις διασυνοριακές διαφορές:
α)αριθμός διαφορών που ελήφθησαν και είδη των σχετικών καταγγελιών,
β)τυχόν επαναλαμβανόμενα προβλήματα που οδηγούν σε διαφορές μεταξύ καταναλωτώνκαι προμηθευτών,
γ)ποσοστό διαδικασιών επίλυσης διαφορών που διακόπηκαν πριν επιτευχθείαποτέλεσμα,
δ)μέσος χρόνος που χρειάστηκε για την επίλυση των διαφορών,
ε)ποσοστό συμμόρφωσης με τα αποτελέσματα των διαδικασιών ΕΕΔ, αν είναι γνωστό,
στ)κατά περίπτωση, συνεργασία τους με δίκτυα φορέων ΕΕΔ που διευκολύνουν τηνεπίλυση διασυνοριακών διαφορών.
7.Οι φορείς ΕΕΔ πρέπει να είναι αποτελεσματικοί και να εκπληρώνουν τις ακόλουθεςαπαιτήσεις:
α)η διαδικασία ΕΕΔ είναι εύκολα προσβάσιμη και από τα δύο μέρη, ανεξάρτητα απότον τόπο στον οποίο βρίσκονται αυτά,
β)τα μέρη έχουν πρόσβαση στη διαδικασία, χωρίς να είναι υποχρεωμένα ναχρησιμοποιήσουν νομικό εκπρόσωπο ωστόσο, τα μέρη έχουν τη δυνατότηταεκπροσώπησης ή υποστήριξης από τρίτο μέρος σε κάθε φάση της διαδικασίας,
γ)η διαδικασία ΕΕΔ είναι δωρεάν ή χαμηλού κόστους για τους καταναλωτές,
δ)η διαφορά επιλύεται μέσα σε 90 ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία οφορέας ΕΕΔ έλαβε την καταγγελία.
Σεπερίπτωση περίπλοκων διαφορών, ο φορέας ΕΕΔ μπορεί να παρατείνει αυτό τοχρονικό διάστημα.
8.Στις διαδικασίες ΕΕΔ:
α)τα μέρη έχουν τη δυνατότητα να εκφράσουν τις απόψεις τους και να ακούσουν ταεπιχειρήματα και τα γεγονότα που προβάλλονται από το άλλο μέρος, καθώς και τις δηλώσειςτυχόν πραγματογνωμόνων,
β)το αποτέλεσμα της διαδικασίας ΕΕΔ γνωστοποιείται στα μέρη εγγράφως ή σε σταθερόμέσο, με αναφορά του σκεπτικού στο οποίο βασίζεται.
9.Στις διαδικασίες ΕΕΔ που επιδιώκουν την επίλυση της διαφοράς με την πρότασημιας λύσης:
α)ο καταναλωτής, πριν συμφωνήσει με την προτεινόμενη λύση, ενημερώνεται:
(i) ότι έχειτην επιλογή να συμφωνήσει ή να μη συμφωνήσει με την προτεινόμενη λύση,
(ii) ότι ηπροτεινόμενη λύση μπορεί να είναι λιγότερο ευνοϊκή σε σχέση με το αποτέλεσμαπου θα επιτυγχανόταν σε δικαστήριο κατ’ εφαρμογή των νομικών κανόνων,
(iii) ότι,προτού εγκρίνει ή απορρίψει την προτεινόμενη λύση, έχει το δικαίωμα να ζητήσειτη συμβουλή ανεξάρτητου προσώπου,
β)τα μέρη, πριν συμφωνήσουν με την προτεινόμενη λύση, ενημερώνονται για τιςνομικές συνέπειες της εν λόγω συμφωνίας,
γ)τα μέρη, πριν εκφράζουν τη συγκατάθεσή τους για την προτεινόμενη λύση ή φιλικήσυμφωνία, έχουν στη διάθεσή τους εύλογο χρονικό διάστημα για να σκεφτούν.

10.Κάθε φορέας ΕΕΔ υποχρεούται πριν από την έναρξη της δραστηριότητας διαμεσολάβησηςκαι επίλυσης καταναλωτικών διαφορών να ζητήσει την καταχώρισή του σε ειδικόμητρώο που συνιστάται και τηρείται στην Γενική Γραμματεία Καταναλωτή τουΥπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Για την καταχώριση στο μητρώο ελέγχεταιη συμμόρφωση προς τις αρχές συγκρότησης και λειτουργίας. Αν ο φορέας ΕΕΔ παύσεινα συμμορφώνεται προς τις αρχές του άρθρου ο Υπουργός Εργασίας και ΚοινωνικήςΑσφάλισης με αιτιολογημένη απόφαση του διατάσσει τη διαγραφή του από το Μητρώο.Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, που δημοσιεύεταιστην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις τήρησηςτου Μητρώου. Κάθε ένωση καταναλωτών της παραγράφου 16 του άρθρου 10 του Ν.2251/1994 ή επαγγελματική ένωση μπορεί να ζητά κατά τη διαδικασία τηςπαραγράφου 20 του άρθρου 10 του Ν. 2251/1994 να υποχρεωθεί ο φορέας ΕΕΔ σεσυμμόρφωση προς τις αρχές του παρόντος άρθρου. Οι προμηθευτές δεν επιτρέπεταινα χρησιμοποιούν ονομασίες για τις διαδικασίες, τα πρόσωπα ή τα συστήματαδιερεύνησης καταγγελιών των περιπτώσεων α) και β) της παραγράφου 2 που ενδέχεταινα δημιουργούν κίνδυνο σύγχυσης με τους φορείς ΕΕΔ στους οποίους εφαρμόζονταιοι αρχές του παρόντος.
11.Όσοι φορείς ΕΕΔ έχουν συσταθεί ή λειτουργούν κατά την δημοσίευση της παρούσαςαπόφασης οφείλουν να συμμορφωθούν προς τις παραπάνω αρχές και να εγγραφούν στοΜητρώο της προηγούμενης παραγράφου μέχρι την 30η Σεπτεμβρίου 2012».


Άρθρο5 Κατάργηση

Καταργείται το Π.Δ. 301/2002 (ΦΕΚ Α΄ 267) «Προσαρμογή της ελληνικήςνομοθεσίας προς τις διατάξεις της οδηγίας 98/27/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίουκαι του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 1998 «περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέατης προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών» (ΕΕ αριθμ. L 166 της 11.6.1998, σ. 51) καιτροποποίηση του Ν. 2251/1994 (ΦΕΚ Α΄ 191) για την «Προστασία των καταναλωτών».


Άρθρο6 Έναρξη ισχύος

Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδατης Κυβερνήσεως, πλην του άρθρου 1 του οποίου η ισχύς αρχίζει από 1.1.2013. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στηνΕφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 7 Μαρτίου 2012

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ  ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ 
ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ         

ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ
ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΜΑΝΗΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

      edit

0 comments:

Post a Comment